Ἑλληνομουσεῖον (τό). Ὀνομασία διδομένη πολλαχοῦ, ἐπὶ Τουρκοκρατίας, εἰς τὰ σχολεῖα ἀνωτέρων πως σπουδῶν. Περί «κοινῶν ἑλληνομουσείων ἐπ᾿ ὠφελείᾳ τοῦ γένους κοινῇ» γίνεται λόγος καὶ ἐν σιγιλλίῳ τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Γρηγορίου Ε', ἐκδοθέντι κατ᾿ Αὔγουστον τοῦ 1819.


Σ᾿ αὐτὸν τὸν διαδικτυακὸ χῶρο, ποὺ ἀπευθύνεται στοὺς φίλους τῆς χώρας τῶν Ἀγράφων, φιλοξενοῦνται κείμενα, ἄρθρα, μελέτες, ἀνακοινώσεις, βιβλία εἰκόνες, ταινίες ποὺ ἀφοροῦν ἢ παραπέμπουν στὴν ἱστορία, τὸν πολιτισμό, τὶς παραδόσεις, τὸ φυσικὸ περιβάλλον τοῦ ἱστορικοῦ χώρου τῶν Ἀγράφων, ὅπως αὐτὸς ἦταν γνωστὸς στὴν ὕστερη βυζαντινὴ ἀλλὰ καὶ μεταβυζαντινὴ ἐποχή. Σκοπὸς τῆς δημιουργίας του εἶναι νὰ γίνουν γνωστὰ καὶ νὰ ἀναδειχθοῦν, κατὰ τὰς δυνάμεις ἡμῶν, ὅλα ἐκεῖνα τά ‒ἀνὰ τοὺς αἰῶνες‒ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τοῦ τόπου μας καὶ τῶν ἀνθρώπων του.

Πέμπτη 28 Σεπτεμβρίου 2017

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΣΤΟ ΚΑΡΠΕΝΗΣΙ

«Τὸ Καρπενήσι στὴ διαχρονική  του πορεία, ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα ὡς τὶς μέρες μας»
Τὸ Εὐρωπαϊκὸ Κέντρο Εὐρυτανικῶν Σπουδῶν καὶ Ἐρευνῶν (ΕΥΚΕΣΕ) σὲ συνεργασία μὲ τὴν ἱστορική «Πανευρυτανικὴ Ἕνωση», τὰ Γενικὰ Ἀρχεῖα τοῦ Κράτους (ΓΑΚ) Ἀρχεῖα Ν. Εὐρυτανίας καὶ τὸν σύλλογο Καρπενησιωτῶν «Τὸ Βελούχι» πραγματοποιοῦν στὸ Καρπενήσι,  ἀπὸ18 ἕως 21 Ὀκτωβρίου 2017, ἐπιστημονικὸ συνέδριο μὲ θέμα:
«Τὸ Καρπενήσι στὴ διαχρονική  του πορεία, ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα ὡς τὶς μέρες μας»
Ὡς «Ἑλληνομουσεῖον Ἀγράφων» μετέχουμε μὲ δύο εἰσηγήσεις:
1. 18/10/2017: Δύο ἐπιστολὲς τοῦ Νέων Πατρῶν Πολυκάρπου πρὸς τὸν ἰατρὸ Δημήτριο  Καροῦσο στὸ Καρπενήσι.
2. 19/10/2017: «Ὅλα ἐν τῷ Καρπενησίῳ μεγαλοπρεπῆ».  Τὸ ταξίδι τοῦ  Ἀλεξάνδρου Μωραϊτίδη στὸ Καρπενήσι.
1
2
Ἰδοὺ τὸ πρόγραμμα τοῦ Συνεδρίου:








3



4
5
6
Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης

Τρίτη 26 Σεπτεμβρίου 2017

13(26) ΣΕΠΤEMBΡΙΟΥ. ΜΝΗΜΗ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΓΡΑΝΙΤΣΑ (1880- 13 Σεπτ.1915)

Ἄρθρο  τοῦ Στέφανου Γρανίτσα γιὰ τὸν Ἀλέξανδρο Παπαδιαμάντη.
Στὶς 13(26) Μαρτίου 1908, στὸν φιλολογικὸ Σύλλογο «Παρνασσός» ἑορτάζεται ἡ «Εἰκοσιπενατετηρίς» τοῦ Ἀλεξάνδρου Παπαδιαμάντη ὑπὸ τὴν αἰγίδα τῆς πριγκίπησσας Μαρίας Βοναπάρτη. Μὲ τὴν εὐκαιρία αὐτῆς ἐκδηλώσεως ὁ ἀγραφιώτης λόγιος, δημοσιογράφος Στέφανος Γρανίτσας (1880-1915) δημοσιεύει στὴν ἐφημερίδα «Χρόνος» τῆς 13ης Μαρτίου 1908 ἕνα ἄρθρο μὲ τίτλο «Ἡ ἀποψινὴ ἑσπερίς» καὶ ὑπότιτλο «Ἀ. Παπαδιαμάντης» καὶ ὑπογραφὴ Σ. Γρανίτσας. Τὸ ἄρθρο ἀναδημοσιεύται, μὲ πολλὲς γλωσσικὲς ἀλλαγές καὶ μὲ τίτλο «Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης»,  στὸ ἔργο τοῦ Μάρκου Γκιόλια «Ἅπαντα Στέφανου Γρανίτσα».[1]

Μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς ἐπετείου τοῦ προώρως θανέντος Στέφανου Γρανίτσα [ 13(26) Σεπτεμβρίου 1908], δημοσιεύουμε στὸ ἱστολόγιό μας τὸ ἄρθρο χωρὶς ἀλλαγὲς στὴν ὀρθογραφία, ὅπως τὸ καταχωρίζει ὁ Γρανίτσας στὴν ἐφ. «Χρόνος» τῆς ὁποίας ὑπῆρξε διευθυντικὸ στέλεχος. 

 H ΑΠΟΨΙΝΗ ΕΣΠΕΡΙΣ
[Α. ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ]
υὸ πράγματα συμβαίνουν μὲ τὰς μεγάλας μορφὰς τῆς σκέψεως καὶ τοῦ αἰσθήματος. Ἤ ἐφανερώθησαν πολὺ ἐνωρὶς γιὰ τὴν φυλήν των καὶ ἑπομένως αὐτὴ πρέπει νὰ βαδίσῃ μακρυὰ διὰ νὰ τὰς συναντήσῃ ἢ εἶνε ὡραῖαι ἀνθήσεις τῆς βαθυτέρας οὐσίας τῆς ἐποχῆς των καὶ τότε συμβαίνει ὅ,τι εἰς τὰ βουνά. Φαίνονται ὑψηλὰ καὶ ὡραῖα μόνον ἀπὸ μακρυά. Ὁ Παπαδιαμάντης εἶναι τὸ μεγάλον βουνὸν τῆς ἐποχῆς αὐτῆς, μία φυσιογνωμία τῆς ψυχῆς της, ἡ ὁποία θὰ φαίνεται ὡραία καὶ μεγάλη μίαν φορὰν καὶ ἕναν καιρόν, ὅπου τοὺς τωρινοὺς καιροὺς θὰ τοὺς ἀγκαλιάζῃ ὁ Θρύλος.

Εἰς αὐτὸν τὸν Σολωμόν, τὸν Βαλαωρίτην καὶ τὸν Κρυστάλλην θὰ καθρεφτίζεται ἕνα μακρυνὸν καιρόν ἡ  ψυχὴ μιᾶς ἐποχῆς, ὡσὰν ἐπάνω εἰς ἕνα ραγισμένον καθρέφτην. Ἀπὸ τὸν ποιητὴν τῶν «Ἐλευθέρων Πολιορκημένων» καὶ τοῦ «Ὕμνου πρὸς τὴν Ἐλευθερίαν» ἀναβαίνει ἡ κόκκινη φεγγοβολὴ  τῆς ψυχῆς τοῦ Εἰκοσιένα. Ἀπὸ τὸν Κρυστάλλην χύνεται ἡ Θεία μουσικὴ τῶν ἑλληνικῶν βουνῶν, ἐπάνω εἰς τὰ ὁποῖα ἐπρωτοεπερπάτησε τὸ ὅραμα τῆς Ἐπαναστάσεως. Ἀνάμεσά των στέκει ἡ μεγάλη πνοὴ τῆς ρουμελιώτικης ψυχῆς, ἡ ὁποία λέγεται Βαλαωρίτης, ἡ πότε βουΐζουσα ἀπὸ τὸ ἄγγιγμα τῆς Ἐποποιΐας καὶ πότε σφυρίζουσα τὰ ὡραιότερα κελαϊδήματα τῆς ἀκαρνανικῆς ψυχῆς.
Γύρω εἰς  αὐτὸν τὸν κόσμο τοῦ Σολωμοῦ, τοῦ Κρυστάλλη καὶ τοῦ Βαλαωρίτη ὑφαίνεται ὡς μία κορνίζα ὁ Παπαδιαμάντης. Ὁμοιάζει σὰν τὴν θρυλικῆς εὐμορφιᾶς Ροὺθ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ποὺ ἐμάζευε τὰ στάχυα τῶν θερισμένων ἀγρῶν. Ἐπάνω εἰς τὰ βουνὰ καὶ τὰ χωράφια καὶ ὁλόγυρα ἀπὸ τὰ ἀκρογιάλια ὅπου ἡπλώθη ὁ θυμὸς καὶ ἡ  ὡραιότης τῆς ἑλληνικῆς ψυχῆς ἀπόμειναν πολλὰ πράγματα, ποὺ φαίνονται τίποτε καὶ τὰ ὁποῖα ὅμως ἀποτελοῦν μεγάλας γραμμὰς τῆς ἐποχῆς. Τὰ καϊκάκια καὶ ἡ γαλανὴ ζωὴ τῶν Ψαράδων ἀνάμεσα ἀπὸ τὴν ὁποίαν ἐπήδησαν οἱ  Κανάρηδες, τὰ ἐκκλησάκια καὶ τὸ μοσχοβόλημα τῆς βαθειᾶς χριστιανικῆς ἀνατροφῆς τοῦ Λαοῦ, ἐπάνω εἰς τὴν ὁποία ἐβασίσθη, ἐμέστωσνε, ὑψώθη ἐγιγαντώθη ἡ Ἐπανάστασις, τὰ ἀρχοντόσπιτα , γύρω ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἐδέθη ὡς ἀπὸ ἀταράχους κορμοὺς καὶ ἐβύζαξε τὸν ὀπὸν τῆς ζωῆς ὡς κισσὸς ἀπὸ πολύχυμα δένδρα. Ὅλης αὐτῆς τῆς ζωῆς, ἡ  ὁποία τώρα πεθαίνει καὶ ἀπὸ τὴν ὁποία ἐρρόφησε γάλα ρώμης ἡ Ἰδέα τοῦ Σκουφᾶ καὶ τοῦ Ξάνθου, ὁ μεγαλείτερος, ὁ ὡραιότερoς, ὁ ὑπέροχος γλύπτης εἶνε ὁ Παπαδιαμάντης. Ἀνυψώνετα εἰς κομμάτια ὡραιότητoς ἀναγλύψων τοῦ Κεραμεικοῦ. Εἰς  ὀλίγα ἔργα τῆς παγκοσμίου φιλολογίας βλέπομεν τὴν Τέχνην νὰ εἶνε τόσον ὡραια, διότι εἶνε μόνο Φύσις. Διότι τὸ οὐσιαστικώτερον γνώρισμα, ἡ βαθυτέρα ὡραιότης  τῶν διηγημάτων τοῦ Παπαδιαμάντη εἶνε τὸ ὅτι δὲν ἐγγίζουν καμμίαν τεχνοτροπίαν, δὲν ἐνθυμίζουν καμμίαν φόρμαν διηγήματος, δὲν συνεχίζουν τὴν ἠχὼ καμμιᾶς Σχολῆς. Φεύγουν ὡσὰν γεροντικαὶ διηγήσεις δίπλα εἰς τὸ τζάκι, διηγήσεις οἱ ὁποῖες κάπoτε θαρρεῖς πῶς γίνονται ὡσὰν ἀπὸ φλυαρία, κἄπoτε ὡσὰν ἀπὸ θυμόν, ἀπὸ ἔρωτα πρὸς τὰ παλαιὰ πράγματα, ἀπὸ παράπονα νοσταλγίας, ἀπὸ θλίψεις ἀναμνήσεων, ἀπὸ χαρὰ ὑπερηφανειῶν, κἄτι τι ἀπὸ ὅλα αὐτά. Ἀρχίζει ὡς διήγημα, ἔπειτα γίνεται μία κουβέντα γυναικούλας, προχωρεῖ ὡς κύριον ἄρθρον ἐφημερίδος καὶ τελειώνει ὡς παραμῦθι. Οἱ ἥρωες καὶ ἡρωΐδες του τώρα φαίνονται σὰν πρόσωπα παραμυθιοῦ καὶ ἔπειτα σοῦ λέγει ὅτι ὁ Ζάχος «κατήγετο ἀπὸ τὴν οἰκογένειαν τῆς Πασίνας, οὕτω συνήθως ἐκαλεῖτο ἡ μάνα του. Θαρρῶ πὼς ἦταν αὕτη δευτέρα ἐξαδέλφη τοῦ πατρός μου».
Ποτὲ ἡ ψυχολογία, ἡ παρατήρησις, ἡ φιλοσοφία δὲν ντύθηκαν λιτοτέραν, ὡραιοτέραν, ἡδονικωτέραν στολήν. Κάτω ἀπὸ αὐτὰ τὰ παραμυθάκια λέγονται πράγματα, χορεύουν σκέψεις, ἁπλώνονται ὠκεανοὶ αἰσθημάτων, βουρδουλίζονται κωμικότητες, ὑμνολογοῦνται ὡραιότητες, φωτογραφοῦνται μεγάλoι χαρακτῆρες, πηδοῦν βαθύτατοι θρῆνοι, τραγουδοῦν παρθενικοὶ ἔρωτες, ζοῦν τέλος τεράστιοι κόσμοι. Ὅλον αὐτὸ τὸ χάoς τῆς κοινωνικῆς ἱεραρχίας, τὸ δημιουργηθὲν ἀπὸ τὴν θρασύτητα τῆς ψευτοαρχοντιᾶς τοῦ πλούτου, ἡ ὁποία σηκώνει τὸ πόδι νὰ πατήσῃ τὴν ἀληθινὴν ἀρχοντιὰ τοῦ τ ζ α κ ι ο ῦ, πετιέται ὡς ἕνα ὡραῖoν ἄγαλμα ἀνάμεσα ἀπὸ ὀλίγες γραμμὲς ἑνὸς διηγήματος.

Μία ἀρχόντισσα παλῃᾶς ἐποχῆς καὶ τώρα φτωχὴ ἐπῆγε μίαν ἡμέραν εἰς τὴν ἐκκλησίαν καὶ εὗρεν εἰς τὸ στασίδι της μία νιόνυφη ἑνὸς πλουσίου μπακάλη. Οἱ θυμοὶ τότε τοῦ εὐγενικοῦ αἵματός της ἐξαπολύονται ὡσὰν κεραυνοί. Ὅλη ἡ ἀναίδεια τοῦ ψευδoαριστoκρατισμoῦ, ὅλος ὁ θρῆνος τοῦ θανάτου μιᾶς ἀρετῆς, τὴν ὁποία οἱ  ἀρχαῖοι εἶχαν ὡς βάσιν κοινωνίας, φεύγει εἰς ὀλίγας γραμμὰς ἀπ᾿  ἐκείνας τὰς ὁποίας ἐνῷ τὰς διαβάζoμεν πίνομεν χασίς, βλέπομεν ὑπέροχα ὁράματα καὶ μετ᾿ ὀλίγον οὔτε κἂν ἐνθυμούμεθα τί ἐδιαβάσαμεν. Ὁμοιάζουν τὰ διηγήματά του ὡσὰν τὸ μαγεμένο περιβόλι τῆς Λάμιας, διὰ τὸ ὁποῖον, ὅπως διηγεῖται τὸ παραμύθι, ὅσοι ἐπήγαιναν μέσα ἔφευγαν μεθυσμένοι ἀπὸ τὴν εὐμορφιάν του χωρὶς νὰ ἐνθυμοῦνται τί εἶδαν καὶ τί ἤκουσαν ...
                                                                                                                    Σ.  Γρανίτσας "           



[1]Μάρκος Γκιόλιας, Ἅπαντα Στέφανου Γρανίστα, ἐκδ. Τυμφρηστός, Ἀθήνα 1970, σ. 308-310.

Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης

Πέμπτη 14 Σεπτεμβρίου 2017

ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΟΜΗΣ ΤΟΥ ΑΛ. ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ ΣΤΗ ΣΚΙΑΘΟ 13-14 ΣΕΠΤ. 1925

Στὶς 13 Σεπτ. ἐ.ἔ. συμπληρώθηκαν 92 χρόνια ἀπὸ τὰ ἀποκαλυπτήρια τῆς προτομῆς τοῦ Ἀλεξάνδρου Παπαδιαμάντη στὸ Μπούρτζι τῆς Σκιάθου. Πρόεδρος τῆς ὀργανωτικῆς ἐπιτροπῆς τῆς τελετῆς ἦταν ὁ τέως –τότε– δήμαρχος Σκιάθου Φιλοκλῆς Γεωργιάδης (1845-1936), σύζυγος τῆς ἀγραφιώτικης καταγωγῆς Μαρίκας Φραγκίστα (Λαμία 1869 - Ἀθήνα 1907) μὲ τὴν ὁποία ὁ Παπαδιαμάντης συνδεόταν μὲ προσωπικὴ φιλικὴ καὶ συγγενικὴ σχέση εἶχε δὲ δημοσιεύσει –μετὰ τὸν αἰφνίδιο θάνατό της (3. 1. 1907) – ἐπιμνημόσυνες νεκρολογίες στὸ Ἀθηναϊκὸ Τύπο. 
Ἐφ. Ἐλεύθερον Βῆμα, φ. 1273, 24. 8. 1925, σ. 2.

   Ὁ Φιλ. Φεωργιάδης πέραν τῆς ἐπιμέλειάς του, ὡς πρόεδρος τῆς ὀργανωτικῆς ἐπιτροπῆς γιὰ τὴν πραγματοπίηση τῆς τελετῆς, ὑπῆρξε καὶ χοργηγὸς τῆς ἐκδηλώσεως σύμφωνα μὲ γραπτὴ μαρτυρία τοῦ ποιητῆ, πεζογράφου καὶ δημοσιογράφου Γεωργίου Δροσίνη (1859-1951) , ὁ ὁποῖος εἶχε φιλοξενηθεῖ στὴν οἰκία Φ. Γεωργιάδου.
Ὁ φιλογενὴς Φιλοκλῆς Γ. Γεωργιάδης, χορηγὸς τῆς τελετῆς ἀποκαλυπτηρίων τῆς προτομῆς τοῦ Παπαδιαμάντη στὴ Σκιάθο, μὲ γυναῖκες τῆς Σκιάθου περὶ τὸ 1930. Ἀπὸ τὸ ἡμερολόγιο τοῦ 2012 τοῦ Συλλόγου Συνταξιούχων Ναυτικῶν Σκιάθου (ἐπιμ. Γιάννης Θ. Παρίσης).

Ὁ Δροσίνης βρέθηκε στὴ Σκιάθο μὲ ἀφορμὴ τὰ ἀποκαλυπτήρια τῆς προτομῆς τοῦ Παπαδιαμάντη ποὺ θὰ γίνονταν στὶς 13 Σεπτεμβρίου 1925. Τὸ βράδυ τῆς 13ης πρὸς 14η Σεπτεμβρίου φιλοξενήθηκε στὴν οἰκία Φιλ. Γεωργιάδου, ὁ ὁποῖος ὅπως διηγεῖται ὁ ποιητὴς ἦταν ἀναγνώστης του στὴν ἐφ. Ἑστία καὶ θαύμαζε καὶ ἐκτιμοῦσε τὰ γραπτὰ τοῦ Δροσίνη. Μάλιστα, ὁ Δροσίνης ἀφοῦ δηλώνει τὴν καταγωγὴ καὶ κοινωνικὴ θέση τοῦ Φιλ. Γεωργιάδη, σημειώνει πὼς πληροφορήθηκε ὅτι ὁ αὐτὸς ἦταν ὁ χορηγὸς γιὰ τὰ Ἀποκαλυπτήρια χωρὶς νὰ θέλει νὰ φανερωθεῖ ἐνῶ τὸν χαρακτηρίζει γεναιόδωρο γιὰ κάθε ἐθνικὸ σκοπὸ καὶ γιὰ κάθε τοπικὴ ἀνάγκη,[1]  καθὼς καὶ  προστάτη τῶν φτωχῶν καὶ τῶν δυστυχισμένων:
«Ἔμαθα τότε πὼς ὁ ἄγνωστος σ᾿ ἐμένα ἦτον προσωπικότης τοῦ νησιοῦ. Ὄχι ἐντόπιος, ἀλλὰ ξένος φερμένος ἀπὸ δουλωμένη πατρίδα, τὴ Μακεδονία. Εἶχεν ἀποκατασταθῇ  στὴ Σκίαθο γιὰ νὰ πατᾶ ἐλεύθερη γῆ. Πλούσιος καὶ γενναιόδωρος γιὰ κάθε ἐθνικὸ σκοπὸ καὶ γιὰ κάθε τοπικὴ ἀνάγκη καὶ προστάτης τῶν φτωχῶν καὶ τῶν δυστυχισμένων, ἀπὸ τότε μάλιστα ποὺ ἔχασε τὴ γυναῖκα του. Αὐτὸς ἦτον ὁ χορηγὸς γιὰ τὰ Ἀποκαλυπτήρια, χωρὶς νὰ φανερώνεται. Τί χάρισμα τῆς Τύχης ἦτον νὰ μὲ φέρῃ στὸ πλάγι τέτοιου ἀνθρώπου»![2]
Ὁ Δροσίνης ἐντυπωσιάστηκε ἀπὸ τὴν προσωπικότητα καὶ τὸ ἔργο τοῦ Φιλ. Γεωργιάδη, [3] ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὰ ὅσα τοῦ διηγήθηκε γιὰ τὴ σύζυγό του Μαρίκα,[4] τὴν «Ἄγνωστη Πεθαμένη» ὅπως τὴν ἀποκαλεῖ. Μάλιστα, μὲ ἀφορμὴ ὅλα αὐτά, ὀνομάζει τὴ Σκιάθο «Τὸ Νησὶ τῆς Ἄγνωστης Πεθαμένης».[5]
Ἡ προτομὴ τοῦ Παπαδιαμάντη στὴ Σκιάθο,
ἔργο τοῦ γλύπτη Θωμᾶ Θωμόπουλου (1873-1937).

Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης




[1] Χαρακτηριστικά, στὰ 1913, στὴν καρδιὰ τῶν Βαλκανικῶν πολέμων, τὸν συναντοῦμε σὲ δημοσιεύματα στὸν Ἀθηναϊκὸ Τύπο ὡς χορηγὸ ἀγαθοεργῶν σκοπῶν. Ἔτσι σὲ δημοσίευμα στὴν ἐφ. Ἐμπρὸς στὰ 1913 γράφεται πώς: Ὁ κ. Φιλοκλῆς Γεωργιάδης ἔθεσεν ὑπὸ τὴν διάθεσιν τῆς Α. Μ. τῆς Βασιλίσσης Σοφίας δρ. 15.000 ἵνα χρησιμεύσωσιν ὡς βάσις ἀνεγέρσεως Μεγάρου τῶν Ἀπομάχων καὶ Εἰσφοραὶ ὑπὲρ τοῦ Ἐρυθρου Σταυροῦ … Φιλοκλῆς Γεωργιάδης, δήμαρχος Σκιάθου, ἀτομική του εἰασφορὰ 5.000. · Ἐφ. Ἐμπρός, 12. 7. 1913, σ. 2.
[2] Δροσίνης, Ἅπαντα, φιλ. ἐπιμέλεια Γιάννης Παπακώστας, [Σύλλογος πρὸς Διάδοσιν Ὠφελίμων Βιβλίων],  Ἀθήνα 2001, τόμ. Ζ΄, σ.235.
[3] «Τὴν τελευταία στιγμὴ φιληθήκαμε μὲ τὰ δάκρυα στὰ μάτια.  Ξέραμε πὼς ὁ ἀποχαιρετισμὸς ἐκεῖνος ἦτον παντοτεινός. Ἔβλεπα γιὰ τελευταίαν φορὰν τὸν ἐξαιρετικὸν ἐκεῖνον ἄνθρωπο ποὺ μὲ τὴ δυστυχία του ἔπλαττε τὴν εὐτυχία τῶν ἄλλων. Τοῦ Θεοῦ χάρισμα»· στὸ ἴδιο σ. 241.
[4] Γιὰ τὴν Μαρίκα συζ. Φιλ. Γεωργιάδου βλ. Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης, « ‘’…καὶ μὲ τρέμοντα χείλη…’’ Ἀθησαύριστον Ἀλεξάνδρου Παπαδιαμάντη», έφ. Χρονικὰ Δυτ. Μακεδονίας 730 (2017) 11-18.
[5] «Τὸ νησὶ τῶν Ἀλεξάνδρων ἔχει γίνη γιὰ τὸν ἀπόκρυφο κόσμο μου τὸ Νησὶ τῆς Ἄγνωστης Πεθαμένης.»· στὸ ἴδιο, σ. 241. 

Πέμπτη 7 Σεπτεμβρίου 2017

ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ ΧΑΡΙΤΟΛOΓΩΝ

Ὡς ἄρα διὰ γυναικός…
Γενέθλιον Σ.  Ἀρ. Τ. (8. 9. 1927 – 15. 1. 2013)

Στὶς ἀρχὲς τοῦ Σεπτεμβρίου κάθε χρονιᾶς, ὁ πατέρας μοῦ θύμιζε:
—Γεννήθηκα σὰν τὴν Παναγιά· στὶς 8 τοῦ μηνός!
Δὲν ἦταν στὴν παράδοση τῶν Ἀγραφιωτῶν πιστοὶ στὸ πνεῦμα τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης, νὰ ἑορτάζει κάποιος τὴν γενέθλια ἡμέρα του· τὰ ὀνομαστήρια εἶχαν τὴν πρωτοκαθεδρία. Ἔτσι, ἡ ἑορτὴ περνοῦσε σὲ χαμηλοὺς τόνους· νωχελικά.
—Νὰ πᾶμε στὴν Παναγιὰ τὴν Στάνα, στὰ Πιγκιανά  μοῦ εἶπε τὴν τελευταία χρονιά.[1]  
Ἡ φυσική του κατάσταση ὅμως, δὲν τὸ ἐπέτρεψε.
Ξυλουργός, ὅπως καὶ ὁ Υἱός Της, εἶχεν ἀρχίσει τὸ στάδιόν του[2] στὴν ξυλουργική, ὡς στρατιώτης, στὰ Πετρανὰ Δυτικῆς Μακεδονίας.
 Ὅταν ἐκοιμήθη καὶ δὲν μποροῦσα διὰ ζώσης φωνῆς νὰ ἀκούσω its too late when we die to admit we dont see, eye to eye, ἀναφέρει ἓν ξενικὸν ἄσμα[3] τὴν ὑπενθύμισή του, ζήτησα ἀπὸ τὸν  καλὸ φίλο, τὸν Γιάννη Μάκκα ἀπὸ τὴ Μύρεσι τῶν Ἀγράφων καὶ δεινὸ λειτουργὸ τῆς βιβλιοφιλίας, νὰ μοῦ παραχωρήσει, ἀπὸ τὴν πλούσια συλλογή του ἡμερολογίων παλαιοτέρων δεκαετιῶν ποὺ διαθέτει, ἕνα ἡμερολόγιο τοῦ ἔτους 1927: ἔτος γεννήσεως τοῦ πατέρα. Ἤθελα νὰ ἰδῶ ποιὰ ἦταν αὐτὴ ἡ 8η Σεπτ. 1927. Νὰ τήν «ψηλαφήσω». Νὰ τόν «γιορτάσω» χωρὶς τὴ φυσική του παρουσία.
Ὁ ΚΑΖΑΜΙΑΣ ΤΟΥ ΕΡΜΟΥ, ἔτους 1927.

Πράγματι, κάποια μέρα, ὁ Γιάννης μοῦ ἐνεχείρισε τὸν ΚΑΖΑΜΙΑ ΤΟΥ ΕΡΜΟΥ τοῦ ἔτους 1927. Κοιτάζω, «ψηλαφῶ», ἀντιγράφω: Πέμπτη 8 Σεπτ. 1927, Τὸ γενέσιον τῆς Θεοτόκου (ἀ ρ γ ί α)· ἡ ἀραιογράφηση δική μου: ὅταν,  στοὺς νεωτερικοὺς χρόνους, καθὼς ἡ ἀνθρωπότητα ἔχει ὑποκύψει στὰ θέλγητρα τῆς προόδου,[4] καὶ σύμφωνα μὲ τὴν ἰδεολογία τοῦ προοδευτικοῦ χρόνου, καταργεῖται οὐσιαστικά, ἀκόμη καὶ ἡ Κυριακὴ ἀργία.

Ἡ «κακή» συνήθεια, ἀπὸ φιλέρευνη διάθεση πάντα, νὰ διαβάζω ὅ,τι μοῦ παραδίδουν ἴσως καὶ ἀπὸ ἕνα εἶδος μυστηριακῆς προορατικῆς προδιάθεσης μὲ ὁδήγησε στὴ σελ. 81 ὅπου δημοσιεύεται ἕνα χαριτολογικὸ θυμοσόφημα, τὸ ὁποῖο αὐτὸς ποὺ τὸ δημοσιεύει, τὸ ἀποδίδει στὸν Ἀλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Εἶναι γνωστὸ πὼς ὁ μεγάλος Σκιαθίτης λόγιος διάνθιζε τὸν γραπτό του λόγο μὲ πλῆθος πνευματώδη σατιρικὰ καὶ κωμικὰ λογοπαίγνια.[5] 

Ὁ τριτεξάδελφός του Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης, τὸ ἕτερον ἥμισυ τῆς Σκιάθιας λογοτεχνικῆς ξυνωρίδος, σὲ ἕνα διήγημά του σχολιάζει τὸ σατιρικὸ πνεῦμα τοὺ Ἀλ. Παπαδιαμάντη:


«Ὁ φίλος μου ὁ Ἀλεξανδρῆς μὲ τὸ πατροπαράδοτον σατυρικὸν πνεῦμα,
λεπτὸν ὡς ἀεράκι πεύκου γηραιοῦ»

              (Ἀλεξ. Μωραϊτίδης, Χριστούγεννα στὸν ὕπνο μου). [6]   


Ὁ μακαρίτης ὁ Ἀλέξ. Παπαδιαμάντης ἔλεγε ὅταν θυμοσοφοῦσε:
— Ἡ παιδούλα γελᾷ, ἡ παρθένος ὀνειρεύεται, ἡ πανδρευμένη δουλεύει, ἡ γριὰ χασμᾶται καὶ μόνον ἡ χήρα διασκεδάζει.
 
Σελ. 81 τοῦ Καζαμία τοῦ ἔτους 1927, ὅπου δημοσιεύεται ἕνα χαριτολογικὸ θυμοσόφημα, τὸ ὁποῖο αὐτὸς ποὺ τὸ δημοσιεύει τὸ ἀποδίδει στὸν Ἀλέξανδρο Παπαδιαμάντη.
Αὐτό, τὸ περὶ τὸν Παπαδιαμάντη ἀνεκδοτολογικό, δημοσιεύεται ἀνυπόγραφο στὸν ΚΑΖΑΜΙΑ ΤΟΥ ΕΡΜΟΥ [σ. 81] τοῦ ἔτους 1927. Ἐνδεχομένως, σώζεται ἀπὸ τὸν ἐκδότη τοῦ ΚΑΖΑΜΙΑ Μιχαὴλ Σαλίβερο (1862-1935), ὁ ὁποῖος ἦταν κάτοικος Ἀθηνῶν καὶ λόγῳ τῆς ἐπαγγελματικῆς του δραστηριότητος  διατηροῦσε ἐπαφὲς μὲ ἀνθρώπους  τῶν Γραμμάτων,  καὶ πιθανολογεῖται πὼς γνώριζε τὸν Παπαδιαμάντη ὅταν ἐκεῖνος ζοῦσε καὶ ἐργαζόταν στὴν πρωτεύουσα. Πιθανόν, σὲ αὐτοὺς τοὺς κύκλους νὰ ἄκουσε τὸ χαριτολογικὸ αὐτὸ γνωμικὸ ποὺ ἀποδίδεται στὸν Ἀλ. Παπαδιαμάντη. 
Ἀνδρέας  Δ. Ἔρσελμαν,
Σκιάθος, τὸ νησὶ τοῦ Παπαδιαμάντη, Ἀθήνα 1954, ἐκδ. Μ. Σαλίβερου Α. Ε.

Ἀπὸ τὸν ἐκδοτικὸ οἶκο Μ. Σαλίβερου ἐκδόθηκαν ἐπίσης, σχετικῶς μὲ τὸν Ἀλ. Παπαδιαμάντη καὶ τὴ γενέτειρά του Σκιάθο καὶ τὰ ἐξῆς: Ἀνδρέας Δ. Ἔρσελμαν, Σκιάθος. Τὸ νησὶ τοῦ Παπαδιαμάντη (1954)· Ἀλέξ. Παπαδιαμάντης, 
«Ἡ τελευταία βαπτιστική».
Τὸ διήγημα τοῦ Ἀλ. Παπαδιαμάντη,
 ὅπως ἐκδόθηκε ἀπὸ τὶς ἐκδ. Μιχ. Σαλίβερος. 









Ἡ τελευταία βαπτιστική, σειρὰ [Ἱστορίες καὶ παραμύθια ‒17]· Harte Bert  1836-1902, Διηγήματα ὑπὸ Μπρὲτ Χάρτ, μεταφρ. Ἀλ. Παπαδιαμάντης. [7]



                                                          Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης

*Σὲ ἔντυπη μορφὴ μπορεῖτε νὰ τὸ διαβάσετε στὰ Χρονικὰ Δυτ. Μακεδονίας φ. 741, 8. 9. 2017.


[1].  Ἡ ἱστορικὴ μονὴ τῆς Στάνας βρίσκεται στὰ Ἐπινιανὰ τῶν Ἀγράφων καὶ τιμᾶται στὸ Γενέσιον τῆς Θεοτόκου. Γιὰ τὸ μοναστήρι τῆς Παναγίας τῆς Στάνας βλ. Ἀνάργυρος-Γιάννης Μαυρομύτης, «Ἱερὰ Μονὴ Παναγίας Στάνας», Τὰ Ἄγραφα στὴ διαδρομὴ τῆς Ἱστορίας, Πρακτικὰ Συνεδρίου: Τροβάτο - Ἄγραφα –Βραγγιανά ( 8. 9. 10. Αὐγούστου 2008), [Πανευρυτανικὴ Ἕνωση], Ἀθήνα 2009, σ. 895-926. 
[2]. Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Ὁ ἔρωτας στὰ χιόνια, Κριτικὴ ἔκδοση, ἐπιμ. Νικ. Δ. Τρισνταφυλλόπουλος, ἐκδ. Δόμοςτόμ. Γ΄ , Ἀθήνα 1984, σ. 105.
[3]. Mike and The Mechanics, The Living years, 1988, [ https://www.youtube.com/watch?v=uGDA0Hecw1k] .
[4] . Λάκης Προγκίδης, Ὑπὸ τὴν Παπαδιαμαντικὴν δρῦν, Βιβλιοπωλεῖον τῆς Ἑστίας, Ἀθήνα 2017, σ. 270.
[5]. Γιὰ τὸ κωμικὸ στοιχεῖο στὸν Ἀλ. Παπαδιαμάντη βλ. Δημήτρης Β. Κουτσούγερας, «Τὸ κωμικὸ στὸν Παπαδιαμάντη», Φρέαρ 11 (2015) 358-376. Αὐτὴν τὴ διάθεσή του, καὶ μάλιστα ἀπὸ νεαρὰ ἡλικία,  ἀναφέρει καὶ ὁ ἴδιος ὁ Παπαδιάμαντης στὸ πολὺ γνωστὸ αὐτοβιογραφικό του, ὅπου μεταξὺ ἄλλων σημειώνει: «Μικρὸς ἐζωγράφιζα Ἁγίους εἴτα ἔγραφα στίχους, καὶ ἐδοκίμαζα νὰ συντάξω κωμωδίας … Α.Π.».
[6].  Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης,  Τὰ διηγήματα, φιλ. ἐπιμέλεια Νίκος Δ. Τριανταφυλλόπουλος, ἐκδ. Γνώση κ΄Στιγμή, τ. Β΄, Ἀθήνα 1991, σ. 194.
[7]. Γιὰ τὰ ἐκδοτικὰ καταστήματα «Σαλίβερος» καὶ τὴ δραστηριότητά τους βλ. Εὐαγγελία  Ἄντζακα-Βέη, «Καταστήματα Μιχαὴλ Ἰ. Σαλίβερος», Πεντακόσια χρόνια ἔντυπης παράδοσης τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ (1499-1999), ἐπιμ. Κ. Σπ. Στάικος, Τ. Ε. Σκλαβενίτης, [Βουλὴ τῶν Ἑλλήνων], Ἀθήνα 2000, σ. 345-348.